κτύπ-

κτύπ-
см. χτύπ\

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "κτύπ-" в других словарях:

  • πάταγος — ο, ΝΜΑ δυνατός κρότος (α. «πάταγος δὲ τε γίγνετ ὀδόντων», Ομ. Ιλ. β. «πάταγος ἀνέμου», Δίον. Αλ.) νεοελλ. μτφ. ζωηρή εντύπωση από κάποιο γεγονός η οποία εκφράζεται με θορυβώδη συζήτηση («μόλις μαθευτεί η είδηση θα γίνει πάταγος») μσν. θόρυβος αρχ …   Dictionary of Greek

  • deup- (: kteup-?) —     deup (: kteup ?)     English meaning: a kind of thudding sound, onomatopoeic words     Deutsche Übersetzung: “dumpfer Schall, etwa as von einem Schlag”; Schallwurzel     Material: Gk. Hom. δοῦπος “ dull noise, din; sound of the kicks “;… …   Proto-Indo-European etymological dictionary


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»